Ο εντολοδόχος πρωθυπουργός της Βόρειας Μακεδονίας και αρχηγός του VMRO-DPMNE, Χρίστιαν Μίτσκοσκι, επανέλαβε για ακόμη μία φορά τη σαφή και αμετάβλητη θέση του σχετικά με τη χρήση του συνταγματικού ονόματος της χώρας. Τόνισε ότι η χρήση του ονόματος “Μακεδονία” είναι για εκείνον αδιαπραγμάτευτη και ότι δεν προτίθεται να συζητήσει αυτό το θέμα με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Σε πρόσφατες δηλώσεις του, ο Χρίστιαν Μίτσκοσκι ανέφερε: «Όπως έχω πει επανειλημμένως, στις δηλώσεις μου και στις ομιλίες μου εδώ στη χώρα θα χρησιμοποιώ πάντα το όνομα Μακεδονία, διότι για εμένα αυτό είναι το όνομα της χώρας και της πατρίδας μου και επ’ αυτού δεν πρέπει να υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία. Για το θέμα αυτό δεν προτίθεμαι να προβώ σε κανένα συμβιβασμό στο μέλλον».
Η στάση του Μίτσκοσκι είναι ξεκάθαρη και αμετακίνητη, υπογραμμίζοντας ότι το ζήτημα της ονομασίας αποτελεί ζήτημα εθνικής ταυτότητας και αξιοπρέπειας για τη χώρα του. Επισημαίνει ότι τα “δικαιώματα” που θεωρεί ότι έχει η χώρα του δεν είναι διαπραγματεύσιμα και ότι δεν θα τα συζητήσει με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
Οι δηλώσεις αυτές αναμένεται να επιδεινώσουν τις ήδη τεταμένες σχέσεις μεταξύ της Βόρειας Μακεδονίας και της Ελλάδας. Η Ελλάδα έχει επισημάνει επανειλημμένα την ανάγκη για σεβασμό της Συμφωνίας των Πρεσπών, που καθιέρωσε το όνομα “Βόρεια Μακεδονία” ως το επίσημο όνομα της χώρας. Η αδιάλλακτη στάση του Μίτσκοσκι ενδέχεται να προκαλέσει αντιδράσεις και από τη διεθνή κοινότητα, που υποστηρίζει τη συμφωνία ως μέσο σταθεροποίησης της περιοχής των Βαλκανίων.
Η αποφασιστικότητα του Χρίστιαν Μίτσκοσκι να υπερασπιστεί τη χρήση του ονόματος “Μακεδονία” και να μην προβεί σε κανένα συμβιβασμό υποδηλώνει μία πιθανή κλιμάκωση της έντασης μεταξύ της Βόρειας Μακεδονίας και της Ελλάδας. Η διεθνής κοινότητα θα πρέπει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις, καθώς η στάση αυτή μπορεί να οδηγήσει σε νέες προκλήσεις και να επηρεάσει τη σταθερότητα στην περιοχή.
Οι δηλώσεις του Μίτσκοσκι, αν και απηχούν τα αισθήματα ενός μέρους του πληθυσμού της Βόρειας Μακεδονίας, έρχονται σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η χώρα στο πλαίσιο της Συμφωνίας των Πρεσπών. Η διεθνής διπλωματία καλείται τώρα να βρει τρόπους να γεφυρώσει το χάσμα και να διασφαλίσει ότι η συμφωνία θα τηρηθεί, προς όφελος της ειρήνης και της συνεργασίας στην περιοχή.