Το κλίμα στην Αρχαία Ελλάδα εμφάνιζε σημαντικές ομοιότητες με το σύγχρονο ήπιο κλίμα της Μεσογείου, χαρακτηριζόμενο από ζεστά καλοκαίρια και ήπιους χειμώνες. Στην αρχαία ελληνική τέχνη, ειδικά στα αγάλματα και τα αγγεία των 5ου και 4ου αιώνα π.Χ., παρουσιάζονται άνδρες και γυναίκες φορώντας απλά, ελαφριά ρούχα που είναι κατάλληλα για ένα ζεστό και ξηρό κλίμα. Αν και οι χιονοπτώσεις δεν ήταν τόσο συχνές, οι Αρχαίοι Έλληνες γνώριζαν τις κρύες συνθήκες. Όπως μας γνωστοποιούν οι αρχαιολόγοι, όταν έκανε κρύο, φορούσαν ένα είδος κάπας που ονομαζόταν «ἱμάτιον», ένα μονό κομμάτι χοντρού μάλλινου υφάσματος που περνούσαν πάνω από τον ώμο και τύλιγαν γύρω από το σώμα τους. Επίσης, φορούσαν παπούτσια καλυμμένα με δέρμα.
Το χιόνι στην ελληνική μυθολογία
Η ελληνική μυθολογία περιελάμβανε ιστορίες σχετικά με το χιόνι. Σε έναν μύθο, ο Δίας φέρνει το χιόνι στην ανθρωπότητα ρίχνοντας τα βέλη του, όπως περιγράφεται στην Ιλιάδα του Όμηρου.
Σε άλλα κείμενα, το χιόνι συνδέεται με μια νύμφη που ονομάζεται Χιόνη. Στη συγκεκριμένη ιστορία, η Χιόνη αποδίδεται με διάφορα πρόσωπα και έχει μια ποικιλία γονικών καταβολών. Ανάλογα με την εκδοχή, αναφέρεται ως κόρη του ποτάμιου θεού Νείλου και της Ωκεανίδας Καλλιρρόης. Ζούσε στους αγρούς και υπέφερε από την κακοποίηση ενός γεωργού. Σε ανταπόδοση για αυτήν την αδικία, η Χιόνη μεταμορφώθηκε από τον θεό Ερμή, κατόπιν εντολής του Δία, σε νεφέλη χιονιού. Κατά την πτώση της, το χιόνι που δημιούργησε κατέστρεψε τα σπαρτά, αναπαριστώντας μια μορφή κοσμικής δικαιοσύνης ή τιμωρίας για το αδίκημα που δέχτηκε.
Σύμφωνα με μια άλλη ιστορία, η Χιόνη αναφέρεται ως κόρη του Βορέου, του θεού του βοριά, και της Ωρειθυίας, κόρης του βασιλιά Ερεχθέως των Αθηνών. Ο Βορέας θεωρείται η προσωποποίηση του βοριά και του Χειμώνα, ενώ έφερε τον ψυχρό αέρα προς την Ελλάδα από τον βορρά και συγκεκριμένα, από τη Θράκη. Σύμφωνα με την ιστορία, οι Αθηναίοι προσευχήθηκαν στον Βορέα για βοήθεια στους Περσικούς Πολέμους εναντίον του Ξέρξη, και φαίνεται ότι η προσευχή τους εισακούστηκε.
Η Χιόνη, κατά την ιστορία αυτή, γέννησε ένα παιδί θεού, τον Εύμολπο, από το θεό Ποσειδώνα. Καθώς φοβόταν ότι ο πατέρας της θα το μάθαινε, το πέταξε στη θάλασσα. Ωστόσο, ο Ποσειδώνας σώθηκε το παιδί και το μεγάλωσε. Τέλος, σε μια άλλη εκδοχή, αναφέρεται ότι η Χιόνη ήταν κόρη του Αρκτούρου, και με τον Βορέα, απέκτησαν τρεις γιους που έγιναν ιερείς του θεού Απόλλωνα στη χώρα των Υπερβορέων.
Στις “Μεταμορφώσεις” του Οβίδιου, η Χιόνη αναφέρεται ως η πανέμορφη κόρη του Δαιδαλίωνα. Σύμφωνα με την ιστορία, κοιμήθηκε την ίδια νύχτα με δύο θεούς, το θεό Απόλλωνα και τον θεό Ερμή, και απέκτησε παιδιά από αυτούς. Η Χιόνη, υπερήφανη για την ομορφιά και τα γυναικεία της προσόντα, άρχισε να καυχιέται ότι είναι ομορφότερη από τη θεά Άρτεμη. Σε απάντηση, η θεά Άρτεμη έστειλε τα βέλη της να της πάρουν τη ζωή. Αυτό αντιπροσώπευε ένα μάθημα για την υπερβολική υπερηφάνεια. Η τιμωρία της Χιόνης από τη θεά Άρτεμη με τα βέλη αντιστοιχεί στη θεματική της αγανάκτησης των θεών έναντι της αλαζονείας και της υπερηφάνειας των θνητών.
Ποια η γνώμη των Αρχαίων για το χιόνι;
Η αναφορά του Όμηρου στα Ηλύσια Πεδία, όπου δεν υπάρχει χιόνι, αντικατοπτρίζει τη θετική τους εικόνα στον πολιτισμό των αρχαίων Ελλήνων. Τα Ηλύσια Πεδία θεωρούνταν ο τελικός προορισμός των ηρώων και των αγαθών, ένα μέρος όπου η ζωή ήταν ευχάριστη και άφθαρτη. Η έλλειψη χιονιού, βροχής και καταιγίδων αναδεικνύει την ιδέα του ιδανικού κλίματος, απαλλαγμένου από τις δυσκολίες που συνδεόνταν με τα κακοκαιρικά φαινόμενα.
Όσον αφορά την επικινδυνότητα του χιονιού, οι περιγραφές του Ξενοφώντος αποτελούν απόδειξη των δυσκολιών που αντιμετώπιζαν οι στρατιώτες κατά τη διάρκεια των εκστρατειών σε χιονισμένες περιοχές. Τα προβλήματα όπως η απώλεια της όρασης και τα κρυοπαγήματα αποτελούσαν σοβαρές απειλές για την επιβίωση των στρατευμάτων. Οι πολεμικές επιχειρήσεις στην αρχαία Ελλάδα προσαρμόζονταν στις κλιματικές συνθήκες, και η περίοδος του χειμώνα ήταν συχνά ανεπιθύμητη για στρατιωτικές εκστρατείες λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών.
Ως εκ τούτου, οι αρχαίοι Έλληνες αντιμετώπιζαν το χιόνι ως ένα φαινόμενο που δυσκολεύει τη ζωή, ιδίως σε συνθήκες πολέμου, και η απουσία του ήταν πλέον επιθυμητή, όπως αναδεικνύεται και από τις μυθολογικές περιγραφές και τα έργα των αρχαίων συγγραφέων.