Το μυστικό όπλο που έσωσε το Βυζάντιο από βέβαιη καταστροφή.
Κανένας στρατός δεν μπορούσε να αποκρούσει το υγρό πυρ. Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία το χρησιμοποίησε υπέρ της για αιώνες: τόσο για να αμυνθεί όσο και για να επιτεθεί.
Η πολιορκία τραβούσε σε μάκρος με δραματικές συνέπειες και για τις δύο πλευρές. Είχαν περάσει σχεδόν δύο χρόνια με τους κάτοικους της Κωνσταντινούπολης να βρίσκονται πίσω από τα τείχη, και τον στόλο των Αράβων να έχει περάσει μέσα από τα στενά του Βοσπόρου φτάνοντας και μέχρι τις ακτές του Γαλατά.
Το 718 μ.Χ θα μπορούσε να ήταν το τέλος της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, η οποία είχε χάσει ήδη μεγάλο μέρος των ανατολικών εδαφών της από τα προελαύνοντα στρατεύματα των Μωαμεθανών. Υπήρχε όμως μία σωτήρια λεπτομέρεια, κάτι βγαλμένο σχεδόν από την επιστημονική φαντασία για τα δεδομένα της εποχής: το υγρό πυρ.
Μάλιστα, παρ’όλες τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε η τεράστια στρατιά (επιδημίες, έλλειψη τροφίμων) κατά την πολιορκία, οι ενισχύσεις που έρχονταν ήταν τεράστιες και αναπτέρωναν τις ελπίδες των Αράβων. Μιλάμε για την αποστολή 700 και πλέον καραβιών Αίγυπτο και τη Βόρεια Αφρική ύστερα από εντολή του χαλίφη Ουμάρ του Β’. Κανείς δε θα στοιχημάτιζε σε νίκη των Βυζαντινών. Η μάχη έμοιαζε να έχει ήδη κριθεί.
Η συνέχεια όμως θα θύμιζε πύρινο εφιάλτη για τους επιτιθέμενους. Καθώς πάρα πολλά αραβικά καράβια παρέμεναν ακινητοποιημένα, μετά την αποστασία μεγάλου μέρους των πληρωμάτων που ήταν Χριστιανοί της Αιγύπτου, ο αυτοκράτορας Λέων ο Γ’ ο Ίσαυρος προχώρησε στην κίνηση ματ: ο βυζαντινός στόλος πλησίασε με θράσος τα αγκυροβολημένα πλοία και χρησιμοποιώντας μεσαιωνικά φλογοβόλα έκανε τη νύχτα μέρα.
Οι Άραβες ναύτες και στρατιώτες έτρεχαν να ξεφύγουν – αλλά μάταια, αφού το υγρό πυρ είχε την τρομακτική ικανότητα να συνεχίζει να φλέγεται ακόμα και όταν πέσει στο νερό.
Η καταστροφή ήταν τόσο μεγάλη ώστε η αραβική στρατιά δε συνήλθε ποτέ. Η βυζαντινή επίθεση πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 718 μ.Χ. και επί της ουσίας έκρινες τον πόλεμο. Λίγους μήνες μετά, και πιο συγκεκριμένα στις 15 Αυγούστου οι Άραβες θα έλυναν την πολιορκία. Η Κωνσταντινούπολη και κατ’ επέκταση το Βυζάντιο είχε σωθεί χάρη στο υγρό πυρ. Δεν ήταν η πρώτη, ούτε η τελευταία φορά.
Άλλες πολιορκίες, άλλες μάχες
Όπδεν ήτ
Όπως, βέβαια, δεν ήταν και η πρώτη φορά που οι Άραβες απειλούσαν τη μεγαλύτερη και πιο σπουδαία πόλη της εποχής. Αυτό είχε συμβεί πρώτη φορά το 672 μ.Χ όταν πάλι το υγρό πυρ έκρινε την αναμέτρηση. Σε όλη τη διάρκεια των αραβοβυζαντινών συγκρούσεων, το μυστικό όπλο των Βυζαντινών έδινε πολύ συχνά τη λύση ενάντια στους Άραβες.
Οι τελευταίοι κατάφεραν να φτιάξουν κάτι αντίστοιχο κάποια στιγμή αλλά πολύ λιγότερο αποτελεσματικό, αφού και δε συνεχίζει να φλέγεται όταν έπεφτε στη θάλασσα και δεν το έριχναν με σίφωνες (σκέψου κάτι σαν πρωτόγονο φλογοβόλο) αλλά με καταπέλτες.
Δεν ήταν μόνο οι Άραβες που ήρθαν αντιμέτωποι με αυτό. Ήταν και άλλοι λαοί, όπως οι Ρως (πρόγονοι των Ρώσων), οι οποίοι έφτασαν μία ανάσα από την Κωνσταντινούπολη με τα μονόξυλα καράβια τους, μόνο και μόνο για να βρουν φριχτό θάνατο από το υγρό πυρ.
Μάλιστα, οι Βυζαντινοί είχαν χρησιμοποιήσει το εν λόγω όπλο και για επιθετικές εκστρατείες, όπως συνέβη το 971 μ.Χ. με την επίθεση στο Δορόστολο (το σημερινό λιμάνι Σιλίστρα της Βουλγαρίας). Εκεί, ο Ιωάννης Τσιμισκής πολιόρκησε την πόλη με 300 καράβια εφοδιασμένα με υγρό πυρ. Οι συνέπειες για τις ενωμένες δυνάμεις Βουλγάρων και των Ρως του Κιέβου ήταν τρομακτικές.
Βέβαια, τα αμυντικά όπλα μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για να σταματήσουν για εσωτερικές αναταραχές. Όπως, δηλαδή, συνέβη το 988 μ.Χ. όταν ο Βασίλειος ο Β’ ο Βουλγαροκτόνος χρησιμοποίησε το υγρό πυρ σε συνδυασμό με τη Βαράγγια Φρουρά (σ.σ: μισθοφόροι με βορειοευρωπαϊκή καταγωγή) για να καταπνίξει την εξέγερση του Βάρδα Φωκά.
Η συνταγή, ο εφευρέτης και η συντεχνία
Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι το υγρό πυρ ήταν ένα εμπρηστικό όπλο, το οποίο «έκανε τους εχθρούς να τρέμουν από φόβο» όπως διαβάζουμε σε Βυζαντινούς ιστορικούς. Εκείνο που δε γνωρίζει κανείς με σιγουριά είναι η ακριβής σύστασή του. Εικάζεται ότι στα «μαγικά» συστατικά περιλαμβανόταν το νιτρικό κάλλιο ή ίσως το θειάφι – αλλά τίποτα δεν είναι εξακριβωμένο.
Μάλιστα, είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι κάθε φορά που τα φλογοβόλα όπλα των Βυζαντινών έπεφταν στα χέρια των εχθρών τους, οι τελευταίοι δε γνώριζαν πως να τα χρησιμοποιήσουν. Είχαν, δηλαδή, τους εκτοξευτήρες αλλά δεν μπορούσαν να αναπαράγουν το πλέον κρίσιμο: την εμπρηστική ουσία.
Ποιον λοιπόν έχει να ευχαριστεί το Βυζάντιο για το μυστικό όπλο το οποίο λειτουργούσε σχεδόν σαν υπερδύναμη στο πεδίο των μεσαιωνικών ναυμαχιών; Οι ιστορικές καταγραφές κάνουν λόγο για τον Καλλίνικο, έναν αρχιτέκτονα από τη Συρία, πιθανόν εβραϊκής καταγωγής, ο οποίος μετανάστευσε στην Κωνσταντινούπολη στο δεύτερο μισό του 7ου μ.Χ. Εξαιτίας των αραβικών επιδρομών.
Λέγεται ότι χρειάστηκε άπειρες δοκιμές και τρομερή επιμονή μέχρι να φτιάξει το υγρό πυρ. Όταν όμως τα κατάφερε, έστειλε περιχαρής τη συνταγή στον Βυζαντινό Αυτοκράτορα.
Εκείνη, όμως, η λεπτομέρεια που ρίχνει ακόμα περισσότερο μυστικιστικό φως στη συγκεκριμένη εφεύρεση είναι το πως η αυτοκρατορία κατάφερε να κρατήσει το μυστικό. Ή τουλάχιστον μία θεωρία που επικρατεί γύρω από τον τρόπο: σύμφωνα με αυτήν, τη συνταγή γνώριζαν μονάχα οι απόγονοι του Καλλίνικου, οι «Λαμπροί» όπως τους αποκαλούσαν.
Ένα είδος συντεχνίας, με άλλα λόγια, που σίγουρα λειτούργησε ως έμπνευση για τον George R.R. Martin και τη δικιά του συντεχνία των Αλχημιστών (Alchemist’s Guild).